Τα όρια ανάμεσα σε αθλητή και προπονητή και ο ρόλος των γονέων – Τι λέει η αθλητική ψυχολόγος Ελεάνα Κοκκίνη

τα-όρια-ανάμεσα-σε-αθλητή-και-προπονητ-1181691

Στο Zarpa Radio 89.6 και στην Ανδρονίκη Κοκοτσάκη μίλησε η αθλητική ψυχολόγος, Ελεάνα Κοκκίνη. Θέμα της συζήτησης ήταν οι σχέσεις που αναπτύσσει ο αθλητής με τον προπονητή, την οικογένεια αλλά και τους συναθλητές του. Πρόκειται για ένα σημαντικό τρίπτυχο, που ο ένας επηρεάζει τον άλλον. Η κυρία Κοκκίνη έθιξε και το θέμα των ορίων που πρέπει να μπαίνουν ανάμεσα σε αθλητή και προπονητή αλλά και ανάμεσα σε γονείς και αθλητή καθώς και προπονητή.

Όπως είπε η κυρία Κοκκίνη:

«Η Αθλητική Ψυχολογία αποτελεί έναν τομέα της επιστήμης της Ψυχολογίας που τα τελευταία χρόνια γνωρίζει ιδιαίτερη ανάπτυξη. Παρά το γεγονός πως στο εξωτερικό είναι πιο διαδεδομένη, στην Ελλάδα έχει αρχίσει να κάνει πιο αισθητή την παρουσία της, την τελευταία δεκαετία. Η Αθλητική Ψυχολογία ακολουθεί μια ολιστική προσέγγιση και μελετά τον αθλητή, ανεξαρτήτως επιπέδου, όχι μόνο ως σώμα, αλλά δίνει σημασία στην πνευματική, ψυχολογική και κοινωνική υγεία του. Ο Αθλητικοί Ψυχολόγοι μελετούν τα κίνητρα, την προσωπικότητα, το ευ ζην, τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές αθλητών και προπονητών, τη δυναμική των ομάδων καθώς και άλλες διαστάσεις σχετικά με τη συμμετοχή των ανθρώπων στον αθλητισμό και γενικά τη φυσική δραστηριότητα.

Στο κοινωνικό επίπεδο της υγείας του αθλητή περιλαμβάνονται οι σχέσεις που αναπτύσσει με το περιβάλλον του, δηλαδή τον προπονητή, την οικογένεια αλλά και τους συναθλητές του. Οι σχέσεις αυτές είναι στενές, μακροχρόνιες στις περισσότερες περιπτώσεις και έχουν μεγάλο βαθμό αλληλεξάρτησης. Οι σχέσεις που δημιουργούνται στο χώρο του αθλητισμού επηρεάζουν την προσωπική ικανοποίηση, τον ενθουσιασμό, τα κίνητρα και την αποδοτικότητα των ανθρώπων που τις απαρτίζουν. Εάν είναι λειτουργικές- εάν, δηλαδή, «χτιστούν» πάνω σε σταθερές, οριοθετημένες βάσεις τότε μπορούν να φέρουν την ανάπτυξη ενώ σε αντίθετη περίπτωση τα αποτελέσματα θα είναι αρνητικά με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.

Σχετικά με τη σχέση αθλητή και προπονητή, μπορούμε να πούμε πως έχουμε να κάνουμε με μια σχέση πολύ ιδιαίτερη. Ο προπονητής αποτελεί ένα πρόσωπο μεγάλης σημασίας στη ζωή του αθλητή και ιδιαίτερα όταν αναφερόμαστε σε παιδιά, προέφηβους και έφηβους αθλητές. Ο προπονητής είναι ο μέντορας του αθλητή, ίσως να είναι το πρότυπο του. Οι δυο πλευρές μοιράζονται όχι μόνο πράξεις όπως τεχνική κατάρτιση και εκμάθηση δεξιοτήτων αλλά και σκέψεις, συναισθήματα και κοινούς στόχους. Η σχέση αθλητή- προπονητή μοιάζει με όχημα που οδηγεί τις δυο πλευρές σε ανεπτυγμένη απόδοση, επιτυχία στις αθλητικές εμφανίσεις και γενικά ευχάριστες εμπειρίες. Για να πετύχει μια τέτοια σχέση χρειάζεται ο αθλητής και ο προπονητής να είναι κοντά ο ένας στον άλλο σε επίπεδο ανθρώπινο, να δεσμεύονται απέναντι σε κοινούς στόχους και να συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον.

Ωστόσο, τίποτα από όλα αυτά δεν μπορεί να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα (όποια κι αν είναι αυτά) αν δεν υπάρχουν όρια. Όρια προς τη συμπεριφορά του προπονητή αλλά και από τον ίδιο τον προπονητή απέναντι στον αθλητή και την οικογένεια του. Ο αθλητής οφείλει να σέβεται τον προπονητή, όμως αυτό δεν κάνει τον προπονητή αυθεντία ούτε τον αθλητή ένα άβουλο πλάσμα. Σκοπός ύπαρξης της σχέσης είναι βελτίωση και η μέγιστη απόδοση. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση και αν μάλιστα παρουσιαστούν συμπεριφορές βίας, οποιασδήποτε μορφής, η σχέση πρέπει να διακόπτεται.

Ο προπονητής έχει μια συγκεκριμένη δουλειά και αυτή είναι να υποστηρίζει τον αθλητή και να τον καθοδηγεί προς τον στόχο του. Η θέση ισχύος στην οποία βρίσκεται, όμως, δεν του επιτρέπει να παραβιάζει τα όρια του αθλητή με κανένα τρόπο. Ο αθλητής οφείλει να γνωρίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του μέσα στη σχέση αυτή και να ορθώνει το ανάστημα του σε οποιαδήποτε περίπτωση δεχτεί βίαιη συμπεριφορά σε λεκτικό, σωματικό, ψυχολογικό και -φυσικά- σεξουαλικό επίπεδο

Η σχέση ανάμεσα στο οικογενειακό περιβάλλον και τον αθλητή είναι επίσης μια σχέση άξια προσοχής και μελέτης. Οι γονείς οφείλουν να είναι δίπλα στα παιδιά τους και όχι απέναντι τους. Οι νεαροί αθλητές που ακόμα ψάχνουν να βρουν τα πατήματα και τα ενδιαφέροντα τους χρειάζονται υποστηρικτές- φανς- και όχι μάνατζερ! Καλό είναι να διδάξουμε στα παιδιά πως ο ανταγωνισμός μπορεί να είναι υγιής και αντί να ψάχνουν τρόπο να νικήσουν χρησιμοποιώντας κάθε μέσο, θεμιτό και αθέμιτο, μπορούν να μάθουν να προσπαθούν να γίνουν καλύτεροι από αυτό που ήταν χτες.

Οι γονείς οφείλουν να στηρίζουν τα παιδιά τους, να τους υπενθυμίζουν τους στόχους και τα κίνητρα τους… Να λένε μια καλή κουβέντα, να δείχνουν πραγματικό ενδιαφέρον για την πορεία του αθλητή και όχι αποκλειστικά για το αποτέλεσμα του Κυριακάτικου ματς. Να προσφέρουν χρήματα, μετακινήσεις και οποιαδήποτε άλλη βοήθεια τους ζητηθεί.

Ακόμα όμως και στη σχέση γονέα αθλητή μπαίνουν τα όρια. Από τη μια πλευρά έχουμε τα όρια του γονέα, ο οποίος χρειάζεται να αφήνει χώρο στον αθλητή να κάνει τις επιλογές του αλλά και στον προπονητή να κάνει τη δουλειά του χωρίς να επεμβαίνει. Από την άλλη, οφείλει να διδάξει το παιδί του να μη δέχεται συμπεριφορές που το προσβάλλουν. Οφείλει να διδάξει στο παιδί του να λέει όχι όταν κάτι ξεφεύγει από τα ασφαλή του όρια και του προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα. Και όλα αυτά γίνονται μέσα από τη μίμηση. Όταν και ίδιος ο γονέας ξεκαθαρίζει τα όρια που θέτει καθώς και τις κόκκινες γραμμές που δεν πρέπει να καταπατώνται τότε και το παιδί του θα μάθει να κάνει το ίδιο χωρίς να φοβάται.

Όσον αφορά τους συναθλητές τα πράγματα ίσως να είναι κάπως πιο εύκολα μιας και, στα αναπτυξιακά επίπεδα, μιλάμε για άτομα της ίδιας ηλικίας. Οι αθλητές που απαρτίζουν μια ομάδα, ένα τμήμα ή ένα σύλλογο μοιράζονται κοινές εμπειρίες, στόχους και όνειρα. Σε αυτές τις σχέσεις χρειάζεται η εφαρμογή ορίων σε περιπτώσεις που συναντώνται βίαιες συμπεριφορές και μορφές bullying μεταξύ συνομήλικων ή όταν στο «παιχνίδι» εμπλέκονται οι γονείς των συναθλητών.

Μαθαίνουμε στα παιδιά να μιλάνε, καθώς κανένας δεν έχει δικαίωμα να τους κρίνει για την εξωτερική τους εμφάνιση, την πνευματική τους ικανότητα ή τις αθλητικές του επιδόσεις.

Μαθαίνουμε στα παιδιά να μιλάνε, καθώς κανένας δεν έχει το δικαίωμα να τους στερήσει τα όνειρα τους.

Μαθαίνουμε στα παιδιά να μιλάνε, καθώς κανένας δεν έχει το δικαίωμα να τα απειλήσει ή να τα εξαγοράσει.

Και τέλος, μαθαίνουμε στα παιδιά να μιλάνε, καθώς κανένας δεν έχει το δικαίωμα να πατήσει τα όρια τους. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να τους ασκήσει λεκτική, ψυχολογική, σωματική ή (τη χείριστη όλων) σεξουαλική βία. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να παραβιάσει το σώμα τους και μάλιστα να τους κάνει να αισθανθούν ένοχα για αυτό.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ακολουθήστε το ZARPANEWS.gr
στο Google News και στο Facebook