Τα ανοιξιάτικα κρυολογήματα των παιδιών!

τα-ανοιξιάτικα-κρυολογήματα-των-παιδ-852790

Τα παιδιά σχολικής και προσχολικής ηλικίας έχει υπολογισθεί ότι αρρωσταίνουν κατά μέσο όρο 4-8 φορές το χρόνο. Τις περισσότερες φορές πρόκειται για ήπια νοσήματα τα οποία συνηθίζουμε να τα αποκαλούμε «κρυολογήματα» και χαρακτηρίζονται από συνάχι, βήχα, πόνο στο λαιμό και αρκετές φορές από πυρετό. Είναι ευρέως διαδεδομένη η αντίληψη ότι ο ψυχρός καιρός ευθύνεται για την παθογένεια των λοιμώξεων αυτών. Η φράση «κρύωσα» ή «κρυολόγησα» είναι πολύ συνηθισμένη και τη χρησιμοποιούμε όταν αναφερόμαστε στα συνήθη νοσήματα των χειμερινών μηνών.

Τα κρυολογήματα οφείλονται στην πραγματικότητα σε λοιμώδεις παράγοντες, πιό συχνά σε ιούς και σπανιότερα σε μικρόβια. Ο ρόλος της εποχής του χρόνου και της θερμοκρασίας δεν είναι άμεσος, αλλά σχετίζεται με τις επιδημιολογικές συνθήκες που καθορίζουν την μετάδοση των λοιμώξεων. Τα συνήθη λοιμώδη νοσήματα μεταδίδονται από άτομο σε άτομο πιο εύκολα κατά τους χειμερινούς μήνες, λόγω παρατεταμένου συγχρωτισμού σε κλειστούς χώρους. Τα παιδιά νοσούν συχνότερα από τους ενήλικες γιατί έρχονται σε στενή επαφή καθημερινά για πολλές ώρες, στο σχολείο ή στον παιδικό σταθμό.

ΤΑ ΑΝΟΙΞΙΑΤΙΚΑ ΚΡΥΟΛΟΓΗΜΑΤΑ

Ο ερχομός της άνοιξης επιφέρει αλλαγές στο τρόπο ζωής μεγάλων και μικρών. Τα παιδιά περνούν περισσότερες ώρες έξω από το σπίτι, ντύνονται πιο ελαφρά, πηγαίνουν εκδρομές στην ύπαιθρο. Παρά τη βαλτίωση του καιρού οι συνήθεις παιδικές ασθένειες, τα «κρυολογήματα», εξακολουθούν να προσβάλλουν μεγάλο αριθμό παιδιών. Συνηθίζουμε να λέμε ότι το άρρωστο παιδί εκτέθηκε σε ρεύμα αέρα ή ίδρωσε ή έβγαλε το μπουφάν του, για να ερμηνεύσουμε την ανοιξιάτικη αρρώστια. Τίποτα από αυτά όμως δεν είναι αληθινό. Τα ανοιξιάτικα κρυολογήματα οφείλονται τις περισσότερες φορές σε ιογενείς λοιμώξεις οι οποίες μεταδίδονται από άτομο σε άτομο.

Οι συνήθεις παιδιατρικές ιώσεις οφείλονται σε πολλά είδη ιών όπως οι ρινοιοί, οι κορωναιοί, οι αδενοιοί, οι ιοί της παραγρίππης, οι εντεροιοί και ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός. Η κάθε οικογένεια ιών αποτελείται από πολλα μέλη, τα οποία ονομάζονται ορότυποι. Έχει υπολογισθεί ότι τα κοινά κρυολογήματα οφείλονται σε περισσότερους από 200 οροτύπους ιών. Η διασπορά των ιών στο πληθυσμό, άρα και η μεταδοτικότητα, δεν είναι σταθερή. Από την αρχή του φθινοπώρου μέχρι το τέλος της άνοιξης μπορεί να υπάρχει επιδημική έξαρση κάποιων τύπων ιώσεων, η οποία είναι διαφορετική κάθε χρόνο. Για παράδειγμα, το 2001 η νοσηρότητα των παιδιών κατά τους ανοιξιάτικους μήνες στη περιοχή της Αθήνας ήταν σημαντικά αυξημένη σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Ο καιρός και το κλίμα παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση των επιδημιολογικών χαρακτηριστικών των κοινών ιώσεων, αλλά δεν ευθύνονται για την αρρώστια του κάθε παιδιού. Έτσι είναι λανθασμένο και τελικά αναποτελεσματικό μέτρο, ο περιορισμός των ανοιξιάτικων δραστηριοτήτων των παιδιών.

Οι ιώσεις μεταδίδονται από παιδί σε παιδί ή από τους μεγάλους στα παιδιά μέσω των εκκριμμάτων του σώματος, όπως σάλιο, δάκρυα, αναπνευστικά σταγονίδια και κόπρανα. Η μετάδοση μπορεί να γίνει και από άτομα που δεν έχουν συμπτώματα, τους υγιείς φορείς. Το χρονικό διάστημα που μεταδίδει ένα άτομο κυμαίνεται από λίγες μέχρι αρκετές ημέρες. Η στενή επαφή των παιδιών στους παιδικούς σταθμούς, στα νηπιαγωγεία και στα δημοτικά σχολεία κάνει σχεδόν αναπόφευκτη τη μετάδοση. Τα απλά μέσα υγιεινής όπως το πλύσιμο των χεριών και η χρήση ατομικών σκευών μπορούν να περιορίσουν τη διασπορά κάποιων ιώσεων.

Τα μεγαλύτερα παιδιά αρρωσταίνουν λιγότερο, επειδή με την πάροδο των χρόνων αποκτούν πλήρη ή ατελή ανοσία σε βαθμιαία αυξανόμενο αριθμό οροτύπων ιών. Αν αναλογισθούμε ότι οι παθογόνοι ορότυποι υπερβαίνουν τους 200, μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί κάθε χρόνο ακόμα και τα μεγάλα παιδιά ή οι ενήλικες νοσούν από κάποια ίωση.. Στις περιπτώσεις που η άνοιξη συνοδεύεται από επιδημική έξαρση ιώσεων πολλοί θα έχουν την ατυχία να αρρωστήσουν από ανοιξιάτικο κρυολόγημα.

Τα κοινά κρυολογήματα εκδηλώνονται με συνάχι, μπούκωμα στη μύτη, πόνο στο λαιμό, δακρύρροια ή κόκκινα μάτια, βήχα, πυρετό και μερικές φορές με εμετούς ή διάρροιες. Τα συμπτώματα δεν είναι ίδια σε κάθε παιδί, ακόμα και όταν οφείλονται στον ίδιο ιό. Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να παρουσιάζει συνάχι και βήχα, ένα άλλο πυρετό, συνάχι και δυσκαταποσία και ένα τρίτο πυρετό, εμετούς και διάρροιες. Ο πυρετός μπορεί να είναι υψηλός και να δημιουργήσει ανησυχία στους γονείς. Η καλή γενική κατάσταση του παιδιού και η παρουσία συμπτωμάτων ίωσης είναι στοιχεία που συνηγορούν γιά την ιογενή αιτιολογία της αρρώστιας. Λέγοντας καλή γενική κατάσταση εννοούμε ένα παιδί που είναι ζωηρό όταν υποχωρεί ο πυρετός, που δεν έχει υπνηλία, που δεν έχει επίμονη κεφαλαλγία, που δεν κάνει συνεχείς εμετούς και δεν έχει εμφανίσει εξάνθημα.

Τα κοινά κρυολογήματα αντιμετωπίζονται με απλά μέσα, όπως αντιπυρετικά φάρμακα, χορήγηση αφθόνων υγρών, καθαρή ατμόσφαιρα και ανανέωση του αέρα του δωματίου του παιδιού. Το κάπνισμα μέσα στο σπίτι ευνοεί τόσο τη μετάδοση των ιώσεων όσο και τη δημιουργία επιπλοκών. Η θερμοκρασία του σπιτιού και το ντύσιμο του παιδιού δεν πρέπει να φθάνουν στα όρια της υπερβολής. Δεν είναι σπάνιο ένα άρρωστο παιδί να δυσφορεί και να ιδρώνει από το υπερβολικό ντύσιμο και την υψηλή θερμοκρασία του δωματίου.

Η χορήγηση αντιβιοτικών όχι μόνο δεν έχει καμία χρησιμότητα στην αντιμετώπιση των ιογενών λοιμώξεων, αλλά μπορεί να αποδειχθεί βλαπτική. Οι ιοί είναι μικροοργανισμοί οι οποίοι δεν προσβάλλονται από τα αντιβιοτικά. Η χορήγηση αντιβιοτικού χωρίς λόγο, εκθέτει το παιδί στο κίνδυνο των παρενεργειών του φαρμάκου και δημιουργεί ανθεκτικότητα των μικροβίων. Η ανθεκτικότητα των μικροβίων στα αντιβιοτικά είναι στις μέρες μας ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα, το οποίο δημιουργήθηκε από την αλόγιστη κατανάλωση των αντιβιωτικών.

Μερικές φορές τα κοινά κρυολογήματα προκαλούν επιπλοκές όπως ωτίτιδα, ιγμορίτιδα, πνευμονία ή βρογχίτιδα. Στις περιπτώσεις αυτές είναι απαραίτητο να χορηγηθούν αντιβιοτικά μετά από τη συμβουλή του γιατρού. Τη δημιουργία κάποιας επιπλοκής θα την υποψιασθούμε όταν τα συμπτώματα δεν βελτιώνονται σε λίγες ημέρες ή όταν η γενική κατάσταση του παιδιού επιδεινώνεται.

Ο ΕΠΙΜΟΝΟΣ ΑΝΟΙΞΙΑΤΙΚΟΣ ΒΗΧΑΣ

Ο βήχας είναι ένα από τα πιό συχνά συμπτώματα των ανοιξιάτικων κρυολογημάτων. Δεν είναι σπάνιο ο βήχας να παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα και να προκαλεί μεγάλη ανησυχία στο οικογενειακό περιβάλλον. Οι γονείς πολλές φορές απαιτούν τη συνταγογράφηση ενός φαρμάκου για τον επίμονο και ενοχλητικό βήχα του παιδιού. Η χορήγηση διαφόρων αντιβηχικών ή βλεννολυτικών φαρμάκων είναι μία συνηθισμένη πρακτική παγκοσμίως, με μηδαμινά όμως αποτελέσματα.

Ο βήχας είναι αποτέλεσμα ενός αντανακλαστικού μηχανισμού που έχει σαν αποτέλεσμα την απότομη και ταχεία έξοδο του αέρα από τους πνεύμονες. Με το μηχανισμό αυτό μετακινούνται τα εκκρίματα προς τα έξω και επιτυγχάνεται ο καθαρισμός των αεροφόρων οδών. Μπορούμε να πούμε ότι πολλές φορές ο βήχας είναι ένα χρήσιμο και απαραίτητο σύμπτωμα. Παρά τον μεγάλο αριθμό των παραγόντων που διεγείρουν το αντανακλαστικό του βήχα, ο επίμονος βήχας οφείλεται τις περισσότερες φορές σε λοιμώξεις του αναπνευστικού ή σε υπεραντιδραστικότητα των αεροφόρων οδών, δηλαδή σε άσθμα.

Οι ιοί του κοινού κρυολογήματος είναι δυνατόν να προκαλέσουν επίμονο βήχα, ο οποίος επιμένει παρ’ότι έχουν υποχωρήσει τα άλλα συμπτώματα. Πολλές φορές τα παιδιά προσβάλλονται από διαδοχικές ιογενείς λοιμώξεις, με αποτέλεσμα την επιμονή του βήχα. Αυτό συμβαίνει συχνότερα στα παιδιά προσχολικής ή πρώτης σχολικής ηλικίας και σε περιόδους έξαρσης των ιογενών λοιμώξεων.

Το βρογχικό άσθμα είναι η πιό συχνή χρόνια νόσος της παιδικής ηλικίας, χαρακτηρίζεται από υπεραντιδραστικότητα των βρόγχων και εκδηλώνεται με επεισόδια βήχα, δύσπνοιας και συρίττουσας αναπνοής. Σε πολλές περιπτώσεις ο βήχας αποτελεί το μοναδικό σύμπτωμα του άσθματος με αποτέλεσμα την υποδιάγνωση της νόσου. Το υποκλινικό, όπως ονομάζεται, άσθμα χαρακτηρίζεται από επίμονο ξηρό βήχα όλο το 24ωρο και ιδιαίτερα τις νυχτερινές ώρες. Οι ιογενείς λοιμώξεις συχνά ευνοούν την εκδήλωση των ασθματικών κρίσεων, ιδίως στα μικρά παιδιά.

Τα παιδιά που έχουν αλλεργικό άσθμα και τα οποία είναι ευαισθητοποιημένα στις γύρεις διαφόρων δένδρων ή φυτών εμφανίζουν κρίσεις τους ανοιξιάτικους μήνες. Πολλές φορές συνυπάρχει και αλλεργική ρινίτιδα η οποία χαρακτηρίζεται από καταρροή, μπούκωμα, βήχα, φταρνίσματα και φαγούρα στη μύτη.

Η αντιμετώπιση του επίμονου βήχα πρέπει να γίνεται αιτιολογικά, με την εξάλειψη δηλαδή του αιτίου που τον προκαλεί. Αντίθετα η χορήγηση αντιβηχικών φαρμάκων, δηλαδή φαρμάκων που θεωρητικά καταστέλλουν το βήχα, δεν φαίνεται να προσφέρει κανένα όφελος. Αιτιολογική αντιμετώπιση του βήχα επιτυγχάνεται όταν ο βήχας οφείλεται σε άσθμα, με την χορήγηση των ειδικών αντιασθματικών φαρμάκων (β-διεγέρτες και κορτικοειδή σε εισπνοές). Είναι προφανές ότι η διάγνωση και η αντιμετώπιση του άσθματος και ιδίως των υποκλινικών μορφών, μπορούν να μειώσουν σημαντικά την παιδική νοσηρότητα κατά τους ανοιξιάτικους μήνες.

Ο βήχας που οφείλεται στις ιογενείς λοιμώξεις δεν υπακούει στη χορήγηση φαρμάκων και είναι βέβαιο ότι θα υποχωρήσει μετά κάποιο διάστημα. Η διατήρηση καθαρής ατμόσφαιρας στο σπίτι, η αποφυγή του παθητικού καπνίσματος και η λήψη άφθονων υγρών είναι βέβαιον ότι προσφέρουν πολύ περισσότερα από τα γνωστά αντιβηχικά σιρόπια.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ακολουθήστε το ZARPANEWS.gr
στο Google News και στο Facebook