Χάσαμε την ευκαιρία να έχουμε Έλληνα δικαστή στο Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας

χάσαμε-την-ευκαιρία-να-έχουμε-έλληνα-δ-1099983
Συνεδρίαση του Ειδικού Δικαστηρίου για το Δίκαιο της Θάλασσας

Από την τρίτη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982) προέκυψε η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS-ΙΙΙ). Η σύμβαση αυτή καθορίζει τα δικαιώματα και τις ευθύνες των κρατών σε σχέση με τη χρήση των θαλασσών του κόσμου και δίνει τις κατευθυντήριες γραμμές για τις επιχειρήσεις (businesses), το περιβάλλον (environment) και τη διαχείριση των θαλάσσιων φυσικών πόρων (natural resources).

Η Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ το 1994 και μέχρι τώρα έχει 168 συμβαλλόμενα μέρη, ενώ την έχουν επικυρώσει τα 157 από τα 195 ανεξάρτητα κράτη του ΟΗΕ. Συνεπώς, είναι πλέον μέρος του Διεθνούς Εθιμικού Δικαίου που σημαίνει πως τα άρθρα της έχουν ισχύ για όλα τα κράτη του κόσμου, είτε την έχουν υπογράψει και επικυρώσει, είτε όχι.

Η χώρα μας την υπέγραψε στις 10/12/1982 και την επικύρωσε στις 21/7/1995.

Από τα γειτονικά μας κράτη, η σύμβαση έχει επικυρωθεί από την Αλβανία στις 23/6/2003, από την Ιταλία στις 13/1/1995, από την Αίγυπτο στις 26/8/1983, από την Κύπρο στις 12/12/1988 ενώ η Λιβύη την υπέγραψε στις 3/12/1984 αλλά δεν την επικύρωσε λόγω του εμφυλίου πολέμου που ακόμη μαστίζει τη χώρα.

Η Τουρκία δεν έχει υπογράψει ούτε έχει επικυρώσει τη σύμβαση, αλλά την εφαρμόζει επιλεκτικά και την επικαλείται όποτε την συμφέρει.

Από τη σύμβαση αυτή προέκυψε ένα ανεξάρτητο δικαστικό όργανο, το «Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας» που ιδρύθηκε για να εξετάζει οποιαδήποτε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της σύμβασης αυτής. Σύμφωνα με τη σύμβαση προβλέπεται τα συμβαλλόμενα μέρη να επιλύουν τις όποιες διαφορές με ειρηνικά μέσα, κάτι που προβλέπεται και από το άρθρο 2 του χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και επίσης καθορίζει πως αν μια διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της σύμβασης δεν μπορέσει να επιλυθεί, τότε αυτή πρέπει να αναπεμφθεί σε ένα από τα 4 όργανα που προβλέπονται:

Στο Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας, στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, σε ένα διαιτητικό δικαστήριο ή τέλος σε ένα ειδικό διαιτητικό δικαστήριο.

Επ’ αυτού κάθε κράτος κατά την προσχώρηση του στη συνθήκη, έχει την υποχρέωση να δηλώσει γραπτώς τη προτίμηση του σε ένα ή σε περισσότερα από τα ‘όργανα αυτά.

Τα όργανα επίλυσης διαφορών.

α. Το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας (International Tribunal for the Law of the Sea, ITLOS).

Το ITLOS ιδρύθηκε το 1994 με εντολή της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) που του παρέχει αρμοδιότητα επίλυσης διαφορών σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή της συνθήκης.  Η έδρα του δικαστηρίου είναι στο Αμβούργο της Γερμανίας και το δικαστήριο απαρτίζεται από σώμα 21 δικαστών. Κάθε κράτος μέρος της σύμβασης μπορεί να προτείνει μέχρι 2 άτομα με τα απαραίτητα προσόντα και από τον κατάλογο που προκύπτει επιλέγονται με μυστική ψηφοφορία τα μέλη. Τα μέλη του δικαστηρίου εκλέγονται για εννέα έτη και μπορούν να επανεκλέγονται υπό τον όρο, όμως, ότι από τα μέλη που εκλέγονται στη πρώτη εκλογή, η θητεία επτά μελών, θα λήγει στο τέλος των τριών ετών και η θητεία επτά επιπλέον μελών θα λήγει στο τέλος των έξι ετών. Το έργο του δικαστηρίου ξεκίνησε το 1996 μετά την εκλογή των πρώτων 21 δικαστών. Τα σημερινά μέλη φαίνονται στη παρακάτω εικόνα:Το Δικαστήριο χειρίζεται διαφορές (αμφισβητούμενη δικαιοδοσία) και νομικά ζητήματα (συμβουλευτική δικαιοδοσία) που του υποβάλλονται για το δίκαιο της θάλασσας. Το ITLOS, σε αντίθεση με το ΔΔΧ (ICJ) που χειρίζεται μόνο διακρατικές υποθέσεις, μπορεί να χειριστεί και υποθέσεις που ασκούνται από ή κατά διεθνών οργανισμών, επιχειρήσεων και φυσικών ή νομικών προσώπων.

Μέχρι σήμερα στο δικαστήριο έχουν υποβληθεί οι 29 υποθέσεις που φαίνονται στον πίνακα που ακολουθεί:β. Το Διεθνές δικαστήριο της Χάγης (International Court of Justice – ICJ)

Το δικαστήριο ιδρύθηκε το 1945 βάσει του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και είναι ένα όργανο γενικής δικαιοδοσίας που λειτουργεί ανεξάρτητα από τα δικαστήρια της UNCLOS.

Το κύριο δικαστικό όργανο του, εδρεύει από το 1946 στη Χάγη της Ολλανδίας και απαρτίζεται από 15 δικαστές οι οποίοι εκλέγονται για θητεία εννέα ετών από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών και το Συμβούλιο Ασφαλείας. Οι εκλογές γίνονται στη Νέα Υόρκη κατά τη διάρκεια της ετήσιας φθινοπωρινής συνόδου της Γενικής Συνέλευσης. Για να εξασφαλιστεί ένας βαθμός συνέχειας το 1/3 των δικαστών εκλέγεται κάθε 3 χρόνια. Η σημερινή σύνθεση φαίνεται στον επόμενο πίνακα: Από την έναρξή του, έχουν υποβληθεί 177 υποθέσεις με 27 από αυτές να αφορούν αίτημα συμβουλευτικής γνώμης. Μεταξύ των υποθέσεων αυτών, οι 35 αφορούσαν θέματα που διέπονται από το δίκαιο της θάλασσας: γ. Το Διαιτητικό Δικαστήριο (Annex VII Arbitral Tribunal)

Το δικαστήριο του παραρτήματος VII της σύμβασης είναι μια διαιτητική επιτροπή γενικής δικαιοδοσίας και θεωρείται το «προεπιλεγμένο μέσο επίλυσης διαφορών» εάν ένα συμβαλλόμενο κράτος δεν έχει δηλώσει προτίμηση κατά την υπογραφή ή την επικύρωση της UNCLOS.

Το σώμα του δικαστηρίου απαρτίζεται από 5 μέλη που επιλέγονται ένα από κάθε κράτος που συμμετέχει στη διαφορά ενώ τα υπόλοιπα τρία επιλέγονται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των μερών. Η διαιτησία είναι συχνά ταχύτερη από τη διαφορά στο δικαστήριο και μπορεί να τεθεί χρονικό όριο στη διάρκεια της διαδικασίας. Η διαιτησία μπορεί να είναι φθηνότερη, πιο ευέλικτη και πιο εμπορική αλλά είναι λιγότερο επίσημη από το δικαστήριο.

δ. Το Ειδικό Διαιτητικό Δικαστήριο (Annex VIII Special Arbitral Tribunal).

Τα συμβαλλόμενα κράτη μπορούν να υποβάλουν σε αυτό υποθέσεις που αφορούν τέσσερα μόνο συγκεκριμένα θέματα – αλιεία, προστασία και διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, θαλάσσια επιστημονική έρευνα και ναυτιλία-πλοήγηση.

Το όργανο αυτό έχει 5 μέλη. Κάθε διάδικος διορίζει δύο μέλη, ένα εκ των οποίων μπορεί να είναι υπήκοος του συμβαλλόμενου κράτους. Το πέμπτο μέλος διορίζεται κατόπιν συμφωνίας των μερών και υπηρετεί ως πρόεδρος του δικαστηρίου.

Η Ελληνική επιλογή

Κατά την υπογραφή της σύμβασης για το δίκαιο της Θάλασσας (21/7/1995) η χώρα μας δήλωσε πως επιλέγει το «Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας» (ITLOS).

Αργότερα στις 16/1/2015 η χώρα μας κατέθεσε νέα δήλωση σύμφωνα με την οποία αποδέχεται υπό τον όρο της αμοιβαιότητας, την υποχρεωτική δικαιοδοσία του ΔΔΧ σε σχέση με όλες τις νομικές διαφορές που αναφέρονται. Στη νέα αυτή δήλωση η χώρα μας δεν αποδέχεται καμία από τις προβλεπόμενες διαδικασίες σχετικά με διαφορές που:

α) σχετίζονται με την ερμηνεία ή την εφαρμογή των άρθρων της σύμβασης σχετικά με τις οριοθετήσεις των θαλάσσιων ορίων (ΧΘ, ΑΟΖ, Υφαλοκρηπίδα) ή εκείνων που αφορούν ιστορικούς κόλπους ή τίτλους.

β) αφορούν στρατιωτικές δραστηριότητες και διαφορές σχετικά με δραστηριότητες επιβολής του νόμου σχετικά με την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων ή δικαιοδοσίας που εξαιρούνται από τη δικαιοδοσία δικαστηρίου .

γ) το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ασκεί τα καθήκοντα που του ανατίθενται από τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, εκτός εάν το Συμβούλιο Ασφαλείας αποφασίσει να αφαιρέσει το ζήτημα από την ημερήσια διάταξη του ή καλεί τα μέρη να το επιλύσουν μα μέσα που προβλέπονται στην Σύμβαση.

Αποδέχεται δηλ. τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ΔΔΧ) ενώ τη δυνατότητα εξαίρεσης των διαφορών τη δίδει η ίδια η Σύμβαση με το άρθρο 298 αλλά και η χρήση της από άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία).

Η χώρα μας δηλαδή συνεχίζει να δεσμεύεται από τη δικαιοδοσία του ITLOS (Αμβούργου), για άλλες, πλην των ανωτέρω, διαφορές οι οποίες προβλέπονται από την Σύμβαση.

Επίλυση διαφορών

Από αρχαιοτάτων χρόνων, οι όποιες διαφορές μεταξύ κρατών οδηγούσαν σε πολεμικές συρράξεις οι οποίες κατέβαλαν οικονομικά αλλά και κοινωνικά και τα δύο κράτη.

Με την αναγνώριση όμως και εφαρμογή του «Διεθνούς Δικαίου» οι διαφορές που ανακύπτουν, αν δεν μπορέσουν να λυθούν με απευθείας διαπραγματεύσεις ή διαβουλεύσεις, μπορούν να λυθούν βάσει του δικαίου διαιτητικά ή δικαστικά.

Όλα τα ζητήματα των Ελληνοτουρκικών σχέσεων από το 1973, συνδέονται με την εφαρμογή της σύμβασης για το δίκαιο της θάλασσας και επί μισό περίπου αιώνα πλανάται στα δύο γειτονικά κράτη η σκιά μιας «πολεμικής σύγκρουσης». Επί 47 χρόνια και τα δύο κράτη «χάνουν» από τη μη αξιοποίηση των όποιων πόρων αλλά και από τη σπατάλη πόρων για εξοπλισμούς.

Τα εργαλεία υπάρχουν και απομένει πλέον στους πολιτικούς να αποφασίσουν πότε και πως. Η χώρα μας αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία της Χάγης και του Αμβούργου στην επίλυση των διαφορών, σέβεται το Διεθνές Δίκαιο και είναι πιστή στη διεθνή νομιμότητα. Όμως δεν μπορεί να πάει σε αυτά χωρίς τη θέληση της και χωρίς να είναι προσδιορισμένη επακριβώς η δικαιοδοσία τους αλλά και το θέμα εξέτασης.

Ελληνική εκπροσώπηση στα διεθνή δικαστήρια

Στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης η χώρα μας έχει εκπροσωπηθεί μόνο την περίοδο 1958-1967 από τον καθηγητή Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου των πανεπιστημίων Κίελου, Αριστοτελείου Θεσσαλονίκης και Νομικής Αθηνών, κ. Ιωάννη Σπυρόπουλο. Επίσης σε εκδικάσεις υποθέσεων που αφορούσαν τη χώρα μας, είχαμε αναθέσει σε διακεκριμένους νομικούς να είναι «επί-τούτου» δικαστές (Judges ad hoc) στις παρακάτω υποθέσεις:

Α. Τη περίοδο 1951-1953 στην υπόθεση του εφοπλιστή Νικόλαου Αμπατιέλου κατά του Ηνωμένου Βασιλείου, τοποθετήθηκε ο κ. Ιωάννης Ιάσων Σπυρόπουλος. Η Ελληνική Κυβέρνηση ανέλαβε την υπόθεση του υπηκόου της που υπέστη ζημιά από μια σύμβαση αγοράς πλοίων το 1919, λόγω αδυναμίας των Άγγλων να εκπληρώσουν τους όρους της σύμβασης και λόγω ορισμένων αποφάσεων που εκδόθηκαν από αγγλικά δικαστήρια και που θεωρήθηκε ότι παραβίαζαν το διεθνές δίκαιο.

Β. Τη περίοδο 1976-1978, ο καθηγητής Διοικητικού Δικαίου και ο μετέπειτα πρόεδρος Κυβερνήσεως, κ. Μιχαήλ Στασινόπουλος ήταν ο «ad hoc» δικαστής στη προσφυγή της χώρας μας κατά της Τουρκίας για την υφαλοκρηπίδα. Στις 10/8/1976, η χώρα μας κίνησε διαδικασία εναντίον της Τουρκίας για την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου. Ζήτησε από το Δικαστήριο να δηλώσει ότι τα ελληνικά νησιά της περιοχής έχουν νόμιμα υφαλοκρηπίδα και επίσης να οριοθετηθούν οι υφαλοκρηπίδες μας. Σε απόφαση που εκδόθηκε στις 19/12/1978, το Δικαστήριο δήλωσε αναρμόδιο για την εξέταση της υπόθεσης και πως δεν μπορεί να γίνει μονομερής παραπομπή της διαφοράς στο Δικαστήριο. Έπρεπε και τα δύο κράτη να συμφωνήσουν.

Γ. Το 2008 ο καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου της Νομικής του πανεπιστημίου Αθηνών κ. Εμμ. Ρούκουνας, ορίστηκε ως «ad hoc» δικαστής στην προσφυγή της ΠΓΔΜ κατά της Ελλάδας για το θέμα της εφαρμογής της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995, η οποία απαγόρευε στην Ελλάδα να προβάλλει βέτο (veto) στη συμμετοχή της ΠΓΔΜ σε διεθνή οργανισμό.

Αδιαφορία ή απαξίωση;

Στο Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας από το 1996 που συγκροτήθηκε δεν είχαμε εκπροσωπηθεί ποτέ. Φέτος αφήσαμε να χαθεί μια ευκαιρία αφού στις 13/12/2019, ο ΓΓ/ΟΗΕ ενημέρωσε όλα τα συμβαλλόμενα κράτη πως θα γινόταν εκλογές προκειμένου να πληρωθούν οι θέσεις επτά (7) μελών των οποίων η θητεία λήγει στις 30/9/2020. Στην πρόσκληση αυτή η χώρα μας κώφευσε ενώ θετικά ανταποκρίθηκαν δέκα μόνο κράτη.

Οι υποψήφιοι στις τελευταίες εκλογές

 

Πολύ πρόσφατα, στη 30ή συνάντηση των Κρατών Μερών της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (24-26 Αυγούστου) έγιναν οι εκλογές και εξελέγησαν 7 νέα μέλη που η εννεαετής θητεία τους θα ξεκινήσει την 1/10/2020.

Τα νέα αυτά μέλη είναι οι προταθέντες από Μάλτα, Τζαμάικα, Ιταλία, Κίνα, Χιλή, Καμερούν και Ουκρανία. Δεν εξελέγησαν οι υποψήφιοι από Ουρουγουάη, Βραζιλία και Ζιμπάμπουε.

Κατόπιν τούτου διερωτώμαι δεν υπάρχουν στη χώρα μας αξιόλογοι άνθρωποι στο χώρο του Διεθνούς Δικαίου, με παγκόσμια ακτινοβολία για να διεκδικήσουν μια θέση στα διεθνή όργανα που κάποτε ίσως καθορίσουν το μέλλον της χώρας ή πρόκειται απλά για μια αδιαφορία;

Ότι όμως και να είναι, αποτελεί μεγάλη παράλειψη!

Γράφει ο Ηρακλής Καλογεράκης, Αντιναύαρχος Π.Ν (ε.α)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ακολουθήστε το ZARPANEWS.gr
στο Google News και στο Facebook